понедельник, 4 апреля 2016 г.

Πρωτόκολλα της Συνόδου της Ρώσικης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Διασποράς του 1971



Μία ακόμα σημαντική πηγή περί της χειροθεσίας του 1971 αποτελούν τα υλικά της Αρχιερατικής Συνόδου της Ρώσικης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Διασποράς του 1971, μεταξύ των οποίων υπάρχουν και οι πράξεις περί της χειροθεσίας για τους Επισκόπους της Γ.Ο.Χ. Αυτά τα υλικά προβάλλουν καθαρά την ζωή και την ιδεολογία της Ρ.Ο.Ε.Δ.

 ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ № 16
Αρχιερατικής Συνόδου
τῆς Ὑπερορίου Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας

15/28 Σεπτεμβρίου του 1971.

Παρευρίσκονται όλοι, οι υποδείξαντες στο προηγούμενο πρωτόκολλο Σεβασμιότατοι.

Η συνεδρίαση ξεκινάει στις 11 η ώρα το πρωί.

Ι. Εκφωνείται και επιβεβαιώνεται το πρωτόκολλο № 15.

ΙΙ. Φθάνει η αντιπροσωπία των Ελλήνων Παλαιοημερολογιτών αποτελούμενη από τον Μητροπολίτη της Κορίνθου, Κάλλιστο, τον Μητροπολίτη του Κιτίου, Επιφάνιο και τον Πρωτοπρεσβύτερο Ευγένιο Τόμπρο. Εκφωνείται η γραπτή έκκλησή τους προς την Αρχιερατική Σύνοδο. (Παράστημα 36).

Στην συζήτηση με τους παρευρισκόμενους υποβάλλεται η ερώτηση για το ότι εκείνοι στην έκκλησή τους δικαιολογούν την προέλευση της ιεραρχίας τους ως κανονική. Τί ακριβώς ζητούν από τη Σύνοδο;

Οι εκπρόσωποι εξηγούν, ότι στην έκκλησή τους εξηγούν μόνο την προέλευση της ιεραρχίας τους, αλλά δεν επιβεβαιώνουν ότι ήταν κανονική. Αυτοί υποχρεώθηκαν από τις περιστάσεις για μία τέτοια χειροτονία, αλλά τώρα παραδίδουν την απόφαση για αυτούς εξ ολοκλήρου στα χέρια της Αρχιερατικής Συνόδου. Αυτοί θέλουν την νομιμοποίηση της ιεραρχίας τους (και) θα υπακούσουν σε οποιαδήποτε απόφαση της Συνόδου.

Σχετικά με την ερώτηση περί της ένωσης των δύο ιεραρχιών στην Ελλάδα, οι εκπρόσωποι εξηγούν ότι αυτοί απευθύνθηκαν 13 φορές στην ομάδα του Αρχιεπισκόπου Αυξέντιου, αλλά χωρίς καμία επιτυχία. Αυτοί αναγνωρίζουν ότι η αρχική χειροτονία και των δύο πλευρών αμφισβητείται όσο αφορά την κανονικότητά της. Είναι πρόθυμοι να συναντηθούν με τους Επισκόπους του Αρχιεπισκόπου Αυξέντιου και να προσπαθήσουν να συμφωνήσουν μαζί τους, αλλά μέχρι και τώρα οι τελευταίοι δεν το επιθυμούν αυτό.

Ο Πρόεδρος σημειώνει ότι οι Ορθόδοξοι Έλληνες, που ήρθαν στη Σύνοδο βρίσκονται στον σωστό δρόμο. Τα μέλη της Συνόδου εκφράζουν τη συμπάθειά τους.

Τους ζητούν να αποσυρθούν και να περιμένουν την απόφαση της Συνόδου. Οι Έλληνες εκπρόσωποι απομακρύνονται.

Μετά από μια ορισμένη συζήτηση των μελών της Συνόδου, η ελληνική αντιπροσωπεία καλείται πάλι στη συνεδρίαση και της εκφωνείται η παρακάτω Συνοδική απόφαση.

Αποφάσισαν:
Ἐν τῆ ἀναφορᾶ αὐτῶν πρός τήν ἠμετέρᾳν Σύνοδον, οἱ Ἀρχιερεῖς Κάλλιστος καί Ἐπιφάνιος ἐξήγησαν ὅτι ἀφ' οὗ ἀπεφάσισαν ὡρισμέναι ἐνορίαι ἐν Ἑλλάδι, ὅπως μή ἀποδεχθοῦν τό Νέον Ἡμερολόγιον, διότι ἐθεώρουν μίαν τοιαύτην ἀποδοχήν ὡς παράβασιν τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐπιμελῶς ἐζήτουν τρόπον διά νά χειροτονηθοῦν Ἀρχιερεῖς, κατά Κανονικόν τρόπον. Μόνον ὅταν αἱ προσπάθειά των ἀπέβησαν ἄκαρποι, τότε ἀπεφάσισεν ὅπως προβῆ εἰς χειροτονίας μόνος του ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος. Οὕτως ἐν ὀνόματι τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν καί τῶν ἰδίων, οἱ προαναφερθέντες Ἀρχιερεῖς θέτουν ἐνώπιον ἡμῶν τήν μελέτην τῆς καταστάσεώς των, ἐκφράζοντες τήν προθυμίαν των νά δεχθοῦν ὁποιανδήποτε κανονικήν ἀπόφασιν ἐκδόση ἡ ἡμετέρα Σύνοδος.
Προηγουμένως ἐν τῆ ἀναφορᾶ αὐτοῦ πρός τήν Ἰεράν ἡμῶν Σύνοδον τῆ 29η Αὐγούστου 1971, ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Αὐξέντιος ἐζήτησε τήν γνώμην τῆς Συνόδου τῆς ῾Υπερορίου Ρωσικῆς Συνόδου διά τό πῶς πρέπει νά γίνωνται δεκτοί οἱ ἐκ τῶν λεγομένων «Ματθαιϊκῶν» (τ.ἔ. τῶν Ἐλλήνων Παλαιοημερολογιτῶν, οἵτινες προέρχονται ἐκ τῆς τοῦ ὑπό ἑνός χειροτονίας) κληρικοί.
Τό ἱστορικόν τῆς ὑποθέσεως ἔχει ὡς ἐξῆς:
Ὅτε τῶ 1924 ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἐλλάδος ἐδέχθη τό νέον Ἡμερολόγιον, προέκυψεν μεγάλη δυσαρέσκεια καί ἐσχηματίσθησαν ὁμάδες τινές, αἵτινες δέν ἐδέχθησαν τήν μεταρρύθμισιν. Ἐν τούτοις δέν ἡνώθησαν μεταξύ των. Κατά τό 1935 τρεῖς Ἀρχιερεῖς, οἵτινες ἦσαν τῆς Κρατικῆς Ἐκκλησίαςτότε, προσεχώρησαν εἰς τόν Παλαιοημερολογιτισμόν: Ὁ Δημητριάδος Γερμανός, ὁ πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος καί ὁ Ζακύνθου Χρυσόστομος. Οὗτοι ἀμέσως προέβησαν εἰς τήν χειροτονίαν τεσσάρων Ἐπισκόπων, οἵτινες ἦσαν: Ὀ Κυκλάδων Γερμανός, ὁ Χριστιανουπόλεως Χριστοφόρος, ὀ Διαυλείας Πολύκαρπος καί ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος.
Συντόμως ὅμως διεφώνησαν μεταξύ των οὗτοι καί διελύθη ἡ Σύνοδός των. Τρεῖς δέ ἀπεχώρησαν. Ὀ Δημητριάδος Γερμανός ἀπεβίωσεν. Ἀφ' οὗ ἀπεχωρίσθη καί ἔμεινε μόνος του ὁ πρ. Φλωρίνης, ἔμειναν καί ὁ Διαυλείας Πολύκαρπος καί ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος.
Κατά τό 1948 προέβη εἰς χειροτονίας Ἐπισκόπων μόνος του ὁ Βρεσθένης Ματθαῖος, πεπεισμένος ὤν ὅτι, λόγω τοῦ τότε διωγμοῦ, ἄλλος τρόπος δέν ὑπῆρχε πλέον διά νά διαιωνισθῆ μία πραγματικῶς Ὀρθόδοξος Ἐλληνική Ἰεραρχία. Εἶναι δέ ἀδύνατον δι' ἡμᾶς καθαρῶς νά ἴδωμεν καί νά ἀποφασίσωμεν κατά πόσον ἦτο δυνατόν νά τύχη τῆς συμπράξεως τοῦ Ἐπισκόπου Πολυκάρπου ἤ τοῦ Ἐπισκόπου Χρυσοστόμου διά τήν πρώτην χειροτονίαν. Πάντως ἐκ τῆς χειροτονίας τήν ὁποίαν μόνος του ἐτέλεσεν, προέκυψεν ἡ λεγομένη «Ματθαϊκή» Ἱεραρχία, ἡ ὁποία δέν ἀνεγνωρίσθη ὑπό τῆς ἄλλης παρατάξεως τῶν παλαιοημερολογιτῶν, οἵτινες ἡγοῦντο μετέπειτα ὑπό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀκακίου καί νῦν ὑπό τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐξεντίου.
Φαίνεται δέ ὅτι ἐν ῾Ελλάδι ὑπάρχουν δύο γνῶμαι περί τοῦ πῶς δύνανται οἱ Ἐπίσκοποι καί λοιποί Κληρικοί νά γίνωνται δεκτοί εἰς κοινωνίαν ἐκ τῆς παρατάξεως, ἥτις ἀντιπροσωπεύεται ὑπό τῶν Ἀρχιερέων Καλλίστου καί Ἐπιφανίου. Ὡς συμραίνει πολλάκις εἰς τοιαύτας περιπτώσεις, ἡ Σύνοδος ἀντιμετωπίζει τήν σύγκρουσιν δύο ἀρχῶν, τῆς «οίκονομίας» καί τῆς «ἀκριβείας».
Πρίν ἤ ἀποφασισθῆ ποία ἀρχή πρέπει νά ὑπερισχύση εἰς αὐτήν τήν περίπτωσιν, ἐάν εἶναι καθόλου ἀνάγκη νά ἐφαρμοσθῆ μία ἐκ τῶν δύο, ἤ, ἀκριβέτερον εἰπεῖν, ἐάν πρέπει γενικῶς διά τῆς ἐφαρμογῆς τῆς οἰκονομίας νά θεωρηθοῦν ἔγκυραι αἱ τοῦ Ματθαίου χειροτονίαι. Δηλαδή, εἶναι ἀνάγκη νά ἐξετάσωμεν τήν ἐγκυρότητα τῶν χειροτονιῶν Ἀρχιερέων ὑπό ἐνός Ἀρχιερέως.
Εἰς τάς Ἀποστολικάς Διαταγάς ὑπάρχει ἔνδιεξις ὅτι γενικῶς ἡ ὑπό ἐνός Ἑπισκόπου τελουμένη χειροτονία δέν ἀναγνωρίζεται ὡς ἔγκυρος. Ἠ χειροτονία ἑνός Ἐπισκόπου πρέπει νά τελῆται ὑπό τριῶν Ἐπισκόπων, ἤ ἐν ἀνάγκη ὑπό δύο. Ἐν τούτοις ὑπάρχει καί μία πρότασις ὅτι δύναται νά ὑπάρξη ἐξαίρεσις, ἐάν λόγω διωγμοῦ ἡ συμμετοχή τοῦ δευτέρου εἶναι ἀδύνατος. Σημειώνεται δέ ὅτι ἐν τῆ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, πολύ ὀλίγα προηγούμενα διά τοιαύτας χειροτονίας ὑπάρχουν. Ἀκόμη εἰς αὐτάς συνήθως ἤ προηγήθησαν ὑπό Κανονικῶν ἐκλογῶν, ἤ ὑπό μετέπειτα ἀποφάσεων Συνόδων ἀνεγνωρίσθησαν ὡς ἔγκυραι. Συνέβησαν τοιαῦται περιπτώσεις ἐν Ἐλλάδι κατά τά χρόνια τῆς Ἐπαναστάσεως, ὅτε ἐκόπησαν αἱ συγκοινωνίαι μετά τῆς Κων/λεως. Κατά τό 1825, ὁ Ζάρνης Γαρβριήλ ἐχειροτόνησεν τρεῖς Ἐπισκόπους. Δι' ἀποφάσεως Συνοδικῆς τό 1834 ἀνεγνωρίσθησαν αυται ὡς ἔγκυροι. Ἑν τούτοις ἡ ὑπ' αὐτοῦ χειροτονία τοῦ Προκοπίου ὡς Ἐπισκόπου Ἁνδρούβης τό 1833 έθεωρήθη ἀδικαιολόγητος ὑπό τῶν περιστάσεων καί ὡςτούτου ἄκυρος, ὀ, δέ Γαβριήλ καθηρέθη. Ἀργότερον οἱ δύο Ἀρχιερεῖς Γαβριήλ καί Προκόπιος συνεχωρήθησαν κατόπιν τῆς μετανοίας των, καί κατέλαβον τάς θέσεις των. Σημειωτέον ὅτι ὁ τέως Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Χριστόφορος ἐδέχθη ὡς κληρικούς χειροτονηθέντας ὑπό Ἀρχιερέων τῆς Ματθαιϊκῆς χειροτονίας. Ἐν Ρωσία δέ εἶναι γνωστή ἠ περίπτωσις τοῦ Ἑπισκόπου Ἰωάσαφ, ὅστις ἐχειροτονήθη διά τήν Ἀλάσκα ὑπό ἑνός Ἑπισκόπου, ἀλλά ἐπνίγη πρίν ἀρχίσει νά δοικήση τήν ἐπαρχίαν του. Εἶχε κανονικῶς ἐκλεγεῖ ὑπό τῆς Συνόδου, καί ἠ Σύνοδος ὥρισεν δύο Αρχιερεῖς διά τήν χειροτονίαν, ἀλλ ὄ ἕνας δέν ἠδυνήθη νά παρευρεθῆ λόγω ἀνυπερβλήτων ἐμποδίων.
Τό ὅτι ὑπάρχουν ὅμως έν τῆ Ἐκκλησιαστικῆ Ἱστορία χειροτονίαι ὑπό ἐνός δἐν σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἐπαναλαμβάνωνται αὐτά τά προηγούμενα. Ἁσφαλεστέρα εἶναι ἡ ἐφαρμογή τῶν παραδεδεγμένων Ἐκκλησιαστικῶν διατάξεων.
Δέν πρέπει δέ νά στηριζώμεθα ὑπερμέτρως ἐπί τῶν Ἀποστολικῶν Διατάξεων, ἀφου οἱ Πατέρες τῆς ΣΤ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶπον δι᾽ αὐτῶν ὡς παρεδόθησαν ὑπό τοῦ Κλήμεντος «… τήν τῶν τοιούτων διατάξεων προσφόρως ἀποβολήν πεποιήμεθα, πρός τήν τοῦ χριστιανικωτάτου ποιμνίου οἰκοδομήν καί ἀσφάλειαν…» (Κανών Β΄).
Οἱ δέ ἀναμφισβήτητοι Κανόνες καθαρῶς ὁρίζουν ὅτι αἱ χειροτονίαι Ἐπισκόπων πρέπει νά τελοῦνται ὑπό τριῶν, ἤ ἐν ἐσχάτη ἀνάγκη, ὑπό δύο ῾Επισκόπων. «Ἐπίσκοπος χειροτονείσθω ὑπό Ἐπισκόπων δύο ἤ τριῶν» διατάζει ὁ Α΄ Ἁποστολικός Κανών. Ὀ δέ Δ΄ τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὁρίζει: «Ἐπίσκοπον προσήκει, μάλιστα μέν ὑπό πάντων τῶν ἐν τῆ ἐπαρχία Ἐπισκόπων καθίστασθαι. Εἰ δέ δυσχερές εἴη τό τοῦτο, ἤ δέ διά κατεπείγουσαν ἀνάγκην, ἤ διά μῆκος ὁδοῦ. ἐξ' ἅπαντος τρεῖς ἐπί τό αὐτό συναγομένους, συμψήφων γινομένων καί τῶν ἀπόντων, καί συντιθεμένων διά γραμμάτων, τότε τήν χειροτονίαν ποιεῖσθαι». Ὁ αὐτός ὁρσιμός ἐπαναλαμβάνεται εἰς τόν γ΄ Κανόνα τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οὕτως αὐτοί οἱ Κανόνες ὑποδεικνύουν, ὅτι ἅπασα ἡ Ἱεραρχία πρέπει νά λαμβάνη μέρος εἰς τήν ἐκλογήν Ἀρχιερέως καί ὅτι ἡ χειροτονία αὐτοῦ πρέπει νά τελῆται τουλάχιστον ὑπό δύο Ἐπισκόπων. Καί τοῦτο διότι ἡ χειροτονία ἑνός Ἐπισκόπου δέν ἀφορᾶ μόνον ἕναν Ἀρχιερέα, ἀλλ' εἶναι πρᾶξις ἁπάσης τῆς Ἱεραρχίας. Τελεῖται ὑπ' αὐτῆς Συνοδικῶς καί οὐδέποτε ὑπό ἑνός μονομερῶς. Προσπάθεια γίνεται, ὅπως δικαιολογηθῆ ἡ ὑπό ἑνός χειροτονία λόγωτῶν ὑπαρχόντων διωγμῶν.
Ἐν τούτοις πρέπει νά γνωρίζωμεν ὅτι οἱ Ἀποστολικοί Κανόνες, οἵτινες ἀπαιτοῦν τήν παρουσίαν δύο Ἐπισκόπων διά Ἀρχιερατικήν χειροτονίαν διεμορφώθησαν ἐπίσης κατά καιρόν διωγμοῦ. Ὁ δέ ὁρισμός τῶν Ἀποστολικῶν Διατάξεων, ὅς ἐπιτρέπει τήν ὑπό ἐνός Ἐπισκόπου χειροτονίαν, δέον νά θεωρηθῆ ὡς ἐκ τῶν ἄρθρων τῶν μή ἐπικυρωθέντων ὑπό τῆς ἐν Τρούλλῳ Συνόδου.
Ἡ δέ ἀπαίτησις τῆς παρουσίας τουλάχιστον δύο Ἑπισκόπων διά τήν τέλεσιν χειροτονίας, ἔχει καί ἄλλην ἐξήγησιν. Κατά τόν λόγον τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «… τό ἔλαττον ὑπό τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται» (Ἐβρ. 7,7). Αὐτή ἡ ἀρχή διατηρεῖται ὅταν εἷς Ἁρχιερεύς χειροτονεῖ Ἱερέα. Ἁλλ' εἰς τήν περίπτωσιν Ἐπισκόπου — εἷς Ἑπίσκοπος δέν ὑπάρχει «τό κρεῖττον». Δι' αὐτόν τό κρεῖττον εἶναι ἀκριβῶς ἡ Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων. Οὕτως ἡ χειροτονία Ἐπισκόπου ὑπό ἑνός παραμορφώνει τήν Ὀρθόδοξον ἀρχήν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας.
Ἑπομένως, ἄν καί ὁ ζῆλος τῶν ἀκολουθούντων τόν Ἐπίσκοπον Ματθαῖον εἰς τήν διατήρησιν τῆς Παραδόσεως καί τοῦ ἑορτολογίου τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐξιέπαινος, ἄν καί οἱ Ἀρχιερεῖς οἱ προερχόμενοι ἐκ τῆς χειροτονίας του δέν μέμφονται οὐδόλως ἐκτός τῆς τάξεως τῆς χειροτονίας, ἐν τούτοις πολλοί προετίμησαν νά μείνουν ἄνευ Ἐπισκόπου, ἕως ὅτου ἐνεφανίσθη Ἱεραρχία τις, ἡ ὁποία προδήλως συνέδεε τόν ζῆλον διά τήν διατήρησιν τῆς Ἑκκλησιαστικῆς Παραδόσεως μέ Κανονικάς χειροτονίας τελεσθείσας ὑπό Κανονικῶν Ἀρχιερέων.
Πάσα χειροτονία, ᾕτις τελεῖται χωρίς πειθαρχίαν εἰς τούς Κανόνας οὐσιαστικῶς εἶναι ἤδη ἄκυρος ἄν καί ἐτελέσθη ὑπό Κανονικῶν Ἑπισκόπων. Ὀ Δ΄ Κανών τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου π.χ. δέν καθαιρεῖ τόν Μάξιμον τόν Κυνικόν διά τάς παραβάσεις αὐτοῦ, ἀλλά διακηρύττει ὅτι ἡ χειροτονία του εἶναι ἄκυρος, διότι ἄν καί ἔγινε ὑπό Κανονικῶν Ἐπισκόπων, ἔγινεν ἐν παραβάσει Κανόνων. Τό αὐτό ἰσχύει διά τήν χειροτονίαν Ἱερέων. Εἰς τήν ἐπιστολήν του πρός χωρεπισκόπους, ὁ Μέγας Βασίλειος γράφει, ὅτι οἱ οὐχί κανονικῶς χειροτονηθέντες ἱερεῖς πρέπει νά καθαιρεθοῦν. Ἐν κατακλεῖδι λέγει; «… γινώσκετε ὅτι λαἱκός ἔσται, ὁ ἄνευ ἡμετέρας γνώμης εἰς ὑπηρεσίαν παραδεχθείς» (Κανών πθ΄). Ἔτι καθαρότερον ἐκφράζεται αὐτή ἡ σπουδαία ἀρχή εἰς τόν ΣΤ΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἱκουμενικῆς Συνόδου: «… εἴ τις, χωρίς γνώμης τοῦ Μητροπολίτου γένοιτο Ἐπίσκοπος, τόν τοιοῦτον ἡ Μεγάλη Σύνοδος ὥρισε μή δεῖν εἶναι Ἐπίσκοπον».
Μόνον ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία παραμορφώσασα έν ἑαυτῆ τήν ἰδέαν τῆς μεταδόσεως τῆς Χάριτος ἐν τῆ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει ὡς ἔγκυρον πάσαν χειροτονίαν, ἡ ὁποία ἐτελέσθη ὑπό Κανονικῶν Ἐπισκόπων, ἔστω καί ἄν εἶναι ἐκτός τούτου μή κανονική. Ἡ παραχώρησις ἤ μετάδοσις τῆς Χάριτος κατ' αὐτούς εἶναι ἀρρήκτως συνδεδεμένη μετά τῆς ὀρθῆς προσφορᾶς τῆς συνταγῆς ἤ τοῦ τύπου τῆς χειροτονίας, ἡ ὁποία καθ' ἑαυτήν ἐπικυρώνει αὐτήν ἀνεξαρτήτως τῆς μονομερότητος ἤ τῆς μή προσαρμογῆς πρός τό θέλημα τῆς Ἐκκλησίας. Τοιοῦτον δόγμα εἶναι ξένον πρός τήν Ὀρθοδοξίαν. Οὕτως εἶναι εύνόητον ὅτι αἱ χειροτονίαι τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀκακίου καί τῶν μετέπειτα ἤγειραν τήν ἀμφιβολίαν πολλῶν, ἤγειραν τήν ἀμφιβολίαν πολλῶν, ἕως ὅτου ἐπιβεβαιώθηκαν καί νομιμοποιήθηκαν δι' ἀποφάσεως τῆς Συνόδου.
Οὔτως μία ἄνομος πράξις ἐπικυρώνεται ὡς Μυστήριον ἄνευ τῆς ἀνάγκης τῆς ἐπαναλήψεως. Γράφων εἰς τόν πρῶτον αὐτοῦ Κανόνα, ὁ Μέγας Βασίλειος λέγει ὅτι οἱ Καθαροί, διότι ἦσαν σχισματικοί, δέν εἶχον τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐν τούτοις διά τῆς οἰκονομίας ἐπιτρέπει εἰς αὐτούς νά προσέχρωνται εἰς τήν κοινωνίαν, ἄνευ ἀναβαπτίσματος. Ὁ δέ Η΄ Κανών τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὁρίζει; «Περί τῶν ὀνομαζόντων μέν ἑαυτούς Καθαρούς ποτέ, προσερχομένων δέ τῆ Καθολικῆ καί Ἀποστολικῆ Ἐκκλησία, ἔδοξε τῆ Ἁγία καί Μεγάλη Συνόδω, ὥστε χειροθετουμένους αὐτούς, μένειν οὕτως ἐν τῶ Κλήρῳ».
Ὑπάρχει κάποια διαφωνία ὡς πρός τό τί σημαίνει ἡ λέξις «χειροθετουμένους» εἰς αὐτόν τόν Κανόνα. Ὀ Ἀριστηνός ἀποδίδει τήν ἔννοιαν τοῦ χρίσματος. Αὐτή ἡ ἑρμηνεία ἐπαναλαμβάνετι ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Ἰωάννου Σμολένσκ. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἡ πλέον αὐθεντική ἑρμηνεία ἐδόθη ὑπό τοῦ ἁγίου Ταρασίου εἰς τήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον. Ὅταν οὗτος ἠρωτήθη τό «χειροθετουμένους» εἰς τόν Η΄ Κανόνα τῆς Α΄ Οἱκουμενικῆς Συνόδου, ἐξήγησεν ὅτι δέν ἐχρησιμοποιήθη ἡ λέξις μέ ἔννοιαν χειροτονίας, ἀλλά μέ τήν ἔννοιαν τῆς ἁπλῆς εὐχῆς. Δύναταί τις νά συμφωνήση μέ τόν Ἐπίσκοπον Νικόλαον Μίλας ὅτι ἐπί τῆ βάσει αὐτῆς τῆς αὐθεντικῆς ἑρμηνείας τοῦ ἁγίου Ταρασίου «… ἡ ἔννοια αὐτῶν τῶν λέξεων εἰς τόν παρόντα Κανόνα τῆς Νικαίας εἶναι ὅτι ὅταν ἐγίνοντο δεκτοί ἐκ τοῦ σχίσματός των οἱ Νοβατιανοί κληρικοί, ὁ ἁρμόδιος Ἐπίσκοπος ἤ ἱερεύς πρέπει νά ἐπιθέση τάς χεῖρας του ἐπ' αὐτῶν, ὅπως ἐγίνετο εἰς τό μυστήριον τῆς Μετανοίας καί νά διαβάση τήν κατάλληλον εὐχήν, ὴ ὁποία ἥνωνεν αὐτούς μέ τήν Ἐκκλησίαν». Ἡ αὐτή τάξις ἐφηρμόζετο ἐν τῆ Ἐκκλησία τῆς Καρθαγένης κατά τόν ΟΘ΄ (ΟΑ΄ ἤ ΟΖ΄)(Κανόνα εἰς τήν ἀποδοχήν τῶν Δονατιστῶν, οἵτιονες ἦσαν πικρώτεροι σχισματικοί τῶν Νοβατιανῶν καί Καθαρῶν. Εἰς αὐτούς ἐπετράπη, «μεγάλην ἔχειν ἀνάγκην, ὥστε διά τήν τῆς Ἐκκλησίας εἰρήνην καί χρησιμότητα καί αὐτῶν τῶν Δονατιστῶν, οἵτινες δήποτε Κληρικοί διορθουμένης τῆς βουλῆς πρός τήν Καθολικήν ἑνότητα μετελθεῖν θελήσοιεν, κατά τήν ἑνός ἑκάστου Καθολικοῦ Ἐπισκόπου προαίρεσιν καί βουλήν, τοῦ ἐν τῶ αὐτῶτόπω κυβερνῶντος τήν Ἐκκλησίαν, ἐάν τοῦτο συμβάλλεσθαι τῆ τῶν Χριστιανῶν εἰρήνη φανείη, ἐν ταῖς ἰδίαις τιμαῖς αὐτούς ἀναδεχθῆναυ». Ὁ αὐτός Κανών παρατηρεῖ: «Καθώς καί ἐν τοῖς προλαβοῦσι χρόνοις πε'ρι τῆς αὐτῆς διαστάσεως γενέσθαι φανερόν ἐστίν».
Ἐκ τῶν λεχθέντων ἐν τῆ ἀρχῆ τῆς παρούσης ἀποφάσεως, εἶναι φανερόν ὅτι οἱ Παλαιοημερολογῖτες, οἱ ἡγούμενοι ὑπό τῆς Ἱεραχίας, ἥτις προέρχεται ἐκ τῶν τοῦ Ματθαίου χειροτονιῶν, οὐδόλως δύναται νά συγκριθοῦν μετά τῶν σχισματικῶν Δονατιστῶν καί Νοβατιανῶν. Δέν ἡμάρτησαν κατά τῆς Ὀρθοδοξίας, δογματικῶς, ἀλλ' ἐν τῶ ζήλῳτων ὅπως διαφυλάξουν αὐτήν παρεβίασαν τήν ἱεραρχικήν τάξιν, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος Ματθαῖος ἐχειροτόνησεν Ἐπίσκοπον μόνος. Μία ἁπλῆ ἀναγνώρισις τῶν χειροτονιῶν αὐτῶν δύναται νά γίνη αἰτία σκανδάλου ὡς ἀθέτησις ὡρισμένων Κανόνωντ Α΄ Ἀποστολικοῦ, Δ΄ τῆς Α΄ Οἰκουμ. Συν. καί Γ΄ τῆς Ζ΄ Οἰκ. Συν. Ἑν τούτοις εἶναι φανερόν ἐξ' ἄλλων παρατιθεμένων Κανόνων καί παραδειγμάτων, ὅτι δύναται νά ἐφαρμοσθῆ ἡ οἰκονομία τοῦ Η΄ Κανόνος τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τοῦ ΟΘ΄ Κανόνος τῆς Καρθαγένης.
Λαμβάνουσα ὑπ' ὄψιν ὅλα τά ἀνωτέρω, καθώς καί τήν ἐκφρασθεῖσαν ἐπιθυμίαν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐξεντίου, ὅπως ἐπιτευχθῆ οὕτως ἡ ἕνωσις πάντων τῶν ἀφοσιωμένων εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν, ἡ Σύνοδος τῶν Ἐπισκόπων ἀποφασίζει:
1) Νά ἀναγνωρίση ὡς δυνατήν τήν πραγματοποίησιν τῆς αἰτήσεως τῶν Ἁρχιερέων Καλλίστου καί Ἐπιφανίου διά τῆς ἐπιθέσεως χειρῶν ἐπ᾽ αὐτῶν τῶν δύο Ἐπισκόπων. Κατόπιν, οἱ δύο οὗτοι δέον νά πράξουν τό αὐτό διά τούς ἀδελφούς των Ἀρχιερεῖς, καί οἱ Ἀρχιερεῖς εἰς τόν Κλῆρον.
2) Νά ὑποχρεώση τούς Ἀρχιερεῖς Κάλλιστον καί Ἐπιφάνιον καί τούς σύν αὐτοῖς ἀδελφούς Ἐπισκόπους νά πράξουν τό πᾶν ὅπως ἑνωθῆ ἡ Ἱεραρχία Κλῆρος καί Λαός των, μετ' αὐτῶν οἱ ὁποῖοι ἡγοῦνται ὑπό τοῦ Μακ. Ἀχιεπισκόπου Αὐξεντίου.
3) Νά ἐνημερώση τόν Μακ. Ἀρχιεπίσκοπον Αὐξέντιον περί τῶν ἀνωτέρω
4) Νά διορίση πρός ἐκτέλεσιν τῆς ὡς ἄνω παραγράφου 1 ἐν τῆ Ἱερᾶ Μονῆ Μεταμορφώσεως ἐν οστώνη τόν Σεβ.
Ἀρχιεπίσκοπον Φιλόθεον καί τόν Θεοφ. Ἐπίσκοπον Κων/νον.

Ο Μητροπολίτης Κάλλιστος ευχαριστεί την Σύνοδο και εκφράζει την απόλυτη ικανοποίηση του προς την απόφαση. Ζητάει κατά την συνάντησή τους με τους εκπροσώπους του Αρχιεπισκόπου Αυξέντιου, μεσολαβητής να γίνει ο εκπρόσωπος της Ρώσικης Αρχιερατικής Συνόδου. Ομοίως αναφέρει, ότι είχαν ακούσει την πρόθεση του Μητροπολίτη Φιλάρετου να γράψει ένα δεύτερο πένθιμο μήνυμα και ζητούν σε αυτό, να αναφέρουν, ακόμα και σύντομα, το ημερολογιακό στυλ ως αρχή του μοντερνισμού.

Ο Πρόεδρος εκ μέρους της Συνόδου χαιρετάει τους καλεσμένους και ευελπιστεί ότι η απόφαση της Συνόδου θα τους ικανοποιήσει. Η Σύνοδος εύχεται ότι αυτή η απόφαση θα ωφελήσει στην εξάλειψη του διαχωρισμού. Η Σύνοδος επίσης ελπίζει ότι αυτοί θα λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ένωση. Εάν όμως αυτό δεν θα επιτευχθεί, επειδή η άλλη πλευρά δεν θα δεχτεί την ένωση, τότε η τελευταία θα έχει την ευθύνη.

Ο Μητροπολίτης Κάλλιστος διαβεβαιώνει τον Δεσπότη Μητροπολίτη ότι αυτός και οι συνάδελφοί του θα κάνουν ότι είναι δυνατόν για να επιτύχουν την ενότητα.

Στις 2 η ώρα μ.μ. ανακοινώνεται διάλειμμα.
.....................


Πηγή